Κονδύλης και έθνος

5 Ιουνίου, 2018 § Σχολιάστε

του ιστολογιου »Χρονογραφιες»

Ὁ Κονδύλης συνιστᾶ ἰδιαίτερη περίπτωση ὅσον ἀφορᾶ τὸν ἐθνικό του προβληματισμό. Ἐνῶ ἀρνήθηκε τὴν τρισχιλιετὴ συνέχεια τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους καὶ τὸ θεώρησε σχετικὰ πρόσφατο δημιούργημα, τῆς δεύτερης μ.Χ. χιλιετίας, ὑποστήριξε τὴ συνέχεια τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ ὑπερασπίστηκε τὴν ὕπαρξη ἀλλὰ καὶ τὴν ἐπιβίωση τοῦ ἑλληνικοῦ ἐθνο-κράτους φτάνοντας μέχρι τοῦ σημείου νὰ προτείνει προληπτικὴ ἰσχυρὴ στρατιωτικὴ ἐπίθεση κατὰ τῆς Τουρκίας. Ἀκόμη περισσότερο, γιὰ τὸν λεγόμενο «Ἑλληνικὸ Διαφωτισμὸ» ὁ Π.Κ. σωστὰ ἀντιλαμβανόταν ὅτι εἶχε ἄλλες προθέσεις καὶ στόχους σὲ σχέση μὲ τοὺς Διαφωτιστές, κι ὅτι συνεπῶς ἀπὸ τὴν ἄποψη τῆς υἱοθέτησης τῶν εὐρωπαϊκῶν φιλοσοφικῶν ρευμάτων καὶ ἰδεῶν (τὴν ὁποία δηλώνει ἡ ταμπέλα «Διαφωτισμὸς» ποὺ λανθασμένα τοῦ κολλήθηκε) ἦταν ἱσχνὸς καὶ μέτριος. Ὁ ἑλληνικὸς «Διαφωτισμὸς» ἤθελε τὴν ἐκπαιδευτικὴ – ἐπιστημονικὴ ἀναγέννηση χωρὶς (μιλᾶμε γιὰ τοὺς περισσότερους καὶ κυριότερους ἐκπροσώπους του) ἀχριστιανικὲς (ντεϊστικὲς ἢ ἀθεϊστικές) στοχεύσεις, καὶ πολλοὶ ἐκπρόσωποί του ἦταν ὀρθόδοξοι κληρικοί, πράγμα ἀδιανόητο γιὰ τὴ Δύση τοῦ 18ου αἰ. Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ Π.Κ. ἀρνεῖτο τὴν ἀριστερὴ ἄποψη ποὺ ἤθελε νὰ βλέπει «ἑλληνικὰ ἀντίστοιχα» τῶν εὐρωπαϊκῶν πνευματικῶν καὶ ταξικῶν ἰδεῶν καὶ πραγματικοτήτων, ἀντίστοιχα. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, εἶχε καὶ δὲν εἶχε δίκαιο γιὰ τὸ χριστιανισμὸ τοῦ Κοραῆ.

Ἡ περίπτωσή του δὲν χωρᾶ σὲ κανένα ἀπὸ τὰ δύο γνωστὰ καλούπια -κι αὐτὸ δὲν τὸ λέω ἐδῶ οὔτε μὲ θαυμασμὸ ἀλλὰ οὔτε μὲ ἀρνητικὴ διάθεση γιὰ τὰ καλούπια. Δηλαδή, ἡ ἄποψή του ὅτι στὴν περίπτωση ποὺ ἡ Ἑλλάδα ἀντιληφθεῖ ὅτι ἕνας πόλεμος ἐκ μέρους τῆς Τουρκίας (τὸν ὁποῖο σκοπεύει νὰ ξεκινήσει ἡ Τουρκία) εἶναι ἀναπότρεπτος κι ἄμεσα ἐπικείμενος θὰ πρέπει νὰ ἐξαπολύσει τὸ πρῶτο συντριπτικὸ πλῆγμα αὐτὴ κι ὄχι ἡ Τουρκία δὲν τὸν ἔκανε νὰ πιστεύει στὴ συνέχεια τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους. Θεωροῦσε τὸ ἕνα ζήτημα ἄσχετο μὲ τὸ ἄλλο. Ὅποιοι ἔχουν δεῖ μὲ τὰ μάτια τους τὶς σημειώσεις καὶ τοὺς ὑπογραμμισμοὺς τοῦ Κονδύλη στὶς σελίδες τῆς Ἱστορίας τοῦ Νεότερου Ἑλληνισμοῦ τοῦ Βακαλόπουλου τὴν ὁποία εἶχε στὴ βιβλιοθήκη του ὁ Π.Κ., οἱ ὁποῖες (σελίδες καὶ ὑπογραμμισμοί) ἀφοροῦν τὴν ἐγκατάσταση μὴ ἑλληνόφωνων / ἑλληνικῶν πληθυσμῶν στὴ νότια Ἑλλάδα καὶ ἀλλοῦ στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, διαπιστώνουν ὅτι ὁ Π.Κ. εἶχε τοὺς λόγους του (βάσιμους ἢ ὄχι, στὴν παρούσα ἀνάρτηση μᾶς εἶναι ἀδιάφορο) νὰ γράφει ὅτι τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος εἶναι δημιούργημα τῶν τελευταίων αἰώνων καὶ ἡ δημιουργία του πρέπει νὰ ἰδωθεῖ σὲ συσχετισμὸ μὲ τὶς ἐθνογενέσεις τῶν λοιπῶν βαλκανικῶν ἐθνῶν.

Πρέπει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὁ Κονδύλης δὲν ἐπανῆλθε στὸ ζήτημα τῆς βιολογικῆς κι ἐθνικῆς ἑλληνικῆς συνέχειας, πράγμα ποὺ σημαίνει ὅτι δὲν ἄλλαξε ρητὰ τὶς παραπάνω ἀπόψεις του. Μάλιστα, τὶς ἐπιβεβαίωσε ἐμμέσως, ὅταν τὴ δεκαετία τοῦ ’90 ἔγραφε ὅτι δὲν πειράζει ἐὰν οἱ μύθοι ποὺ ἔχει γιὰ τὸν ἑαυτό του ἕνα ἔθνος δὲν βασίζονται στὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα τοῦ παρελθόντος -ἀρκεῖ, ἔγραφε, νὰ ἀνταποκρίνονται στὴν τρέχουσα ὑλικὴ ἰσχύ του καὶ νὰ μὴν εἶναι ἁπλῶς ἡ ἀποπροσανατολιστικὴ παρηγοριὰ ἑνὸς παρακμιακοῦ ποὺ αὐτοϊκανοποιεῖται μὲ τὸ ἔνδοξο παρελθὸν μὴ κάνοντας τίποτε γιὰ τὸ θλιβερὸ παρόν. Δὲν ἔχει σημασία, ἔγραφε ἐπίσης, ἂν οἱ Τοῦρκοι πιστέψουν στὴν κεμαλικὴ ἢ τὴν ἰσλαμιστικὴ ἐκδοχὴ τοῦ ἐθνικοῦ ἑαυτοῦ τους, ἀλλὰ τὸ γεγονὸς τῆς τουρκικῆς ἐπιθετικότητας μὲ κεμαλικὰ ἢ ἰσλαμικὰ χαρακτηριστικά. Ἡ ἀντίθετη ἄποψη δύσκολα ἀποδεικνύεται. Σὲ κάθε περίπτωση, ἀκόμη κι ἂν ὁ Π.Κ. ὄντως εἶχε ἀλλάξει ἄποψη γιὰ τὴ διάρκεια τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους, δὲν τὴ δημοσιοποίησε εἴτε ἀπὸ ἐγωισμὸ εἴτε γιατὶ θεωροῦσε τὸ ζήτημα δευτερεῦον πιθανὸν ἐπειδὴ κατ’ αὐτὸν προεῖχε τὸ ἀποτέλεσμα (ἡ ἐπιβίωση τοῦ τωρινοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους καὶ κράτους) κι ὄχι οἱ ἀπαρχὲς τοῦ ἔθνους. Ὑπὸ αὐτὴ τὴν ἔννοια, διαχωρίζοντας τὸ Πολιτικὸ ἀπὸ τὸ Πολιτισμικὸ καὶ ἀξιολογώντας ὡς ἀνώτερο τὸ πρῶτο, συνέχισε νὰ εἶναι ἀριστερός.

Ἂν κάτι λοιπὸν ἄλλαξε διαχρονικὰ στὴ σκέψη τοῦ Κονδύλη γιὰ τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος, αὐτὸ εἶναι ἡ «ἀπελευθέρωση» τῆς γενικότερης προβληματικῆς ὅλων –καὶ τοῦ Π.Κ.– ἀπὸ τὸν κομμουνισμό (ἀπὸ ζητήματα ἐπαναστατικὰ ἢ σχετικὰ μὲ τὸ ἂν ἦταν πραγματικὰ κομμουνιστικὴ ἡ ΕΣΣΔ καὶ ἄλλα κράτη) μετὰ τὸ 1991 καὶ ἡ ἀνάδειξη τῶν πραγματικῶν προβλημάτων, δηλαδὴ τῶν προβλημάτων ποὺ ἀντιμετωπίζει μιὰ πραγματικὴ κοινωνία (κι ὄχι τὸ «παγκόσμιο προλεταριάτο» κι ἄλλα σοβαρὰ φαντάσματα), ἡ ἑλληνική, σὲ σχέση πρὸς τὴν τουρκική. Βεβαίως, ὁ Π.Κ. πρὸ πολλοῦ εἶχε ἐγκαταλείψει τὸν κομμουνισμό, ἀλλὰ ζοῦσε σὲ ἕνα πνευματικὸ καὶ κοινωνικὸ περιβάλλον τὸ ὁποῖο σκεφτόταν κι ἀγωνιοῦσε μὲ τὸν α ἢ β τρόπο γιὰ τὰ ζητήματα τοῦ σοσιαλισμοῦ κι ἄρα ἔθετε ἔτσι κι ἀλλιῶς σὲ δεύτερη μοίρα τὰ ζητήματα τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους. Ἦταν ὄχι ἡ ἄποψη γιὰ τὴν προέλευση καὶ τὴ διάρκεια τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους ποὺ ἄλλαξε στὸν Π.Κ., ἀλλὰ τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ἐπιβίωσή του ὅπως κι ἂν αὐτὸ γεννήθηκε ἢ ἔφτασε ὣς ἐδῶ.

Ὅμως, ὁ παραπάνω κονδυλικὸς συνδυασμὸς ἦταν ἀποδεκτὸς μέν (σιωπηρά, ὡστόσο) ἀπὸ τοὺς «ἐθνικιστές» –ἂν κι ἐφόσον κἂν ἦταν πληροφορημένοι γιὰ τὴν ὕπαρξή του–, ἀπαράδεκτος κι ἐξοργιστικὸς δὲ γιὰ τοὺς «ἀντιεθνικιστές». Οἱ τελευταῖοι ἀδυνατοῦσαν νὰ χωνέψουν καὶ νὰ ἀποδεχτοῦν πῶς ἕνας «φιλοσοφικὰ δικός» τους, δηλαδὴ κάποιος ποὺ ἀρνεῖται τὸ Τρισχιλιετὲς καὶ ζητοῦσε τὸ χωρισμὸ Κράτους – Ἐκκλησίας, πρότεινε ταυτόχρονα τὴν παύση τοῦ παρασιτικοῦ καταναλωτισμοῦ (τοῦ σημιτικοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ-γλεντιοῦ) καὶ τὸ πρῶτο πλῆγμα στὴν Τουρκία. Βεβαίως, εἴτε τὸ ἐπιθυμεῖ κάποιος εἴτε ὄχι, εἶναι καὶ παραεῖναι ἐφικτὸς κάθε εἴδους συνδυασμὸς ποὺ δὲν εἶναι ἀντιφατικός, δηλαδὴ ποὺ δὲν λέει καὶ ξελέει τὸ ἴδιο πράγμα στὰ διάφορα στάδια τῆς σκέψης του. Ἁπλά, οἱ «ἀντιεθνικιστὲς» δὲν μποροῦσαν νὰ τὸ δεχτοῦν: Στὴ δική τους ἀντίληψη, ὅποιος ἀρνεῖται τὸ Τρισχιλιετὲς πρέπει νὰ πιστεύει καὶ στὴ φιλανδοποίηση ἢ τὴν εἰρηνικὴ ὑποταγὴ τῆς Ἑλλάδας στὴν Τουρκία, στὴ συνεκμετάλλευση τοῦ Αἰγαίου, στὰ κοινὰ ἑλληνοτουρκικὰ βιβλία ἱστορίας, στὴν ἰδέα τῆς ἐκδυτικιστικῆς ἐξημέρωσης τῆς Τουρκίας κ.ο.κ. Ἐννοεῖται ὅτι ὁ Π.Κ. δὲν ἔκανε σημαία τῆς πνευματικῆς του δραστηριότητας τὴν ἄρνηση τοῦ Τρισχιλιετοῦς ἢ τὸ χωρισμὸ Κράτους – Ἐκκλησίας, γιατὶ ἀσχολεῖτο μὲ ἄλλα πράγματα στὸ χῶρο τῆς φιλοσοφίας καὶ τῆς ἱστορίας τῶν ἰδεῶν. Ἡ μεταγενέστερη ἄποψή του, ὅτι θέλοντας καὶ μὴ ἐπὶ Τουρκοκρατίας ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία συσπείρωνε τὸν λαὸ ἐνάντια στὸν ἀλλόθρησκο κατακτητῆ, εἶναι ἄσχετη μὲ τὴν ἐπιδοκιμασία γιὰ τὸ αἴτημα (1991) γιὰ χωρισμὸ Κράτους  – Ἐκκλησίας. Ὡστόσο εἶχε ἐκδηλωθεῖ (μιὰ μόνη φορὰ ἀρκεῖ), καὶ τοὺς προδότες της κάθε παράταξη τοὺς ἀντιμετωπίζει μὲ μεγαλύτερη ὀργὴ ἀπὸ ὅ,τι τοὺς ἐχθρούς της. Γι’ αὐτὸ καὶ πετάχτηκαν κάποιος Ριχάρδος Σωμερίτης καὶ κάποιος Βασιλάκης καὶ τὸν ἔβαλαν στὴ θέση του.

Βεβαίως, δὲν θέλω νὰ πῶ, ὅταν συγκαταλέγω τὸν Κονδύλη στοὺς «ἀντιεθνικιστές» ὅτι ἦταν ἐντελῶς «φιλοσοφικὰ δικός τους». Κάθε ἄλλο. Γιατὶ ἡ ἔννοια τῆς ἀξιολογικῆς οὐδετερότητας συνιστᾶ ἔμμεσα ἐμπόδιο στὴν Ἐπανάσταση ἢ τὴν Πρόοδο: Οὔτε τὴν κατακρίνει μὰ οὔτε καὶ τὴν ἐπαινεῖ ὅπως οἱ ἐκπρόσωποί της θέλουν. Δὲν ἐπαινεῖ τὴν Ἐπανάσταση οὔτε –ἂν δὲν πετύχει ἀμέσως ἡ Ἐπανάσταση– τὴν Πρόοδο στὸ μεταξὺ καὶ μέχρι νὰ πετύχει ἡ Ἐπανάσταση, δὲν τὶς δίνει τὸ ἐπιστημονικὸ ἄλλοθι καὶ στήριγμα, δὲν ἀποδέχεται τὴν ἄποψη ὅτι ἀπὸ τὸ Εἶναι προκύπτει ἕνα συγκεκριμένο Δέον ἢ κἂν ὅτι προκύπτει κάποιο Δέον. Μιὰ ἀντίληψη ποὺ δὲν θεωρεῖ λιγότερο ὀρθολογιστὴ τὸν θεολόγο ἀπὸ τὸν ἀριστερὸ ἔκανε διάφορους νὰ δυσφοροῦν. Ἀλλὰ στὸ βαθμὸ ποὺ σὲ διάφορα συμβολικὰ ζητήματα ἦταν μαζί τους, ἡ πρόταση γιὰ πρῶτο ἀποφασιστικὸ πλῆγμα κατὰ τῆς Τουρκίας ἢ ὁ χλευασμὸς πρὸς τὴν ἰδέα τῆς σωτηρίας στὴν Εὐρώπη ἦταν προδοτικὴ καὶ οὕτως ἢ ἄλλως φάνηκε ἀπαράδεκτη καὶ ξεπέρασε τὴν ὁμοφωνία γιὰ τὰ ἄλλα θέματα. Πρὸ τῆς πτώσης τοῦ Ὑπαρκτοῦ ὁ μὲν Κονδύλης ἀσχολεῖτο μὲ φιλοσοφικὰ – κοσμοθεωρητικὰ ζητήματα ἐνῶ οἱ ὑπόλοιποι διανοούμενοι μὲ τὸ πότε θὰ κάνει ξαστεριὰ καὶ πότε θὰ γίνει ἐπιτέλους ἡ Ἐπανάσταση: καὶ πρὶν ὑπῆρχε ἀπόκλιση ἐρευνητικῶν ἐνδιαφερόντων.

Σὲ κάθε περίπτωση, ὁ Π.Κ. κάλυψε ἕνα μεγάλο εὖρος θεμάτων στὰ γραπτά του. Προσωπικά, θεωρῶ ὅτι ὁ «ἐθνικὸς» Κονδύλης μὲ ἐκφράζει λιγότερο ἀπὸ ὅ,τι ὁ καθαρὰ φιλοσοφικός, ποὺ εἶναι πολὺ πιὸ ἐνδιαφέρων γιὰ μένα, παρ’ ὅλο ποὺ προφανῶς συμφωνῶ καὶ μὲ τὶς ἀπόψεις του γιὰ τὴν ἐθνικὴ στρατηγική, τὴν Τουρκία, τὴν Ε.Ε. κ.λπ. Ἀναλυτὲς γεωπολιτικῆς ὡστόσο θὰ βρεῖ κάποιος πολλούς (λέμε, τώρα), ἐνῶ φιλοσοφικὰ Κονδύλη κανέναν. Κι ἡ κριτική του στὴν παγκοσμιοποιημένη Ἀριστερά, παρ’ ὅλο ποὺ εἶναι ὁλόσωστη, χάνεται στὸ βαθμὸ ποὺ μὲ τὶς δεκαετίες ἡ Ἀριστερὰ ἐξατμίζεται καὶ γίνεται ἕνα πράγμα μὲ τοὺς Φιλελεύθερους ἢ στὸ βαθμὸ ποὺ ἐξισλαμίζεται ἡ Δύση. Παρομοίως, ἡ ἐνασχόλησή του μὲ τὴν ἑλληνικὴ «προϊστορία» (ἐθνικὴ συνέχεια, Διαφωτισμὸς κ.λπ.) βρίσκω νὰ εἶναι λιγότερο ὀρθὴ ἀπὸ τὰ φιλοσοφικά του. (Υ.Γ. Δηλαδή, δὲν συμφωνῶ μαζί του γιὰ τὸ Τρισχιλιετὲς καὶ τὴ σχέση Κράτους – Ἐκκλησίας) Τὸ κυριότερο θετικὸ στὰ «ἑλληνικὰ» γραπτά του εἶναι ἡ ἀπαξίωση τῆς ἰδέας ὅτι τὰ ἀριστερὰ καὶ φιλελεύθερα σχήματα τῆς εὐρωπαϊκῆς ἱστορίας τῶν ἰδεῶν καὶ τῆς πολιτικῆς θὰ ἔπρεπε νὰ μεταφερθοῦν αὐτούσια στὴν Ἑλλάδα. Γοῦστα εἶναι αὐτά, φυσικά, καὶ τὸ ἕνα δὲν ἀποκλείει τὸ ἄλλο οὔτε ἀντιπαρατίθεται σὲ αὐτό.

Tagged:

Σχολιάστε

What’s this?

You are currently reading Κονδύλης και έθνος at Π.Κονδυλης (Kondylis).

meta