(εισαγόμενη) τρομοκρατία

11 Σεπτεμβρίου, 2016 § 5 Σχόλια

Του Π.Κονδυλη

Το ιστολόγιο Βελισάριος,  με αφορμή τις τρομοκρατικές επιθέσεις στη Γαλλία, σταχυολόγησε το παρακάτω απόσπασμα από την Θεωρία του Πολέμου του ΠΚ:

Εφ’ όσον εδώ δεν εξετάζουμε την τρομοκρατία γενικά αλλά μονάχα ως υποκατάστατο ή ως συνέχιση ενός πολέμου μεταξύ κρατών, μιλούμε όχι για γηγενή αλλά για εισαγόμενη τρομοκρατία (έστω και αν γηγενείς συνεργάζονται με το ξένο κράτος πού υποκινεί τις τρομοκρατικές ενέργειες). Η διάκριση είναι κρίσιμη ως προς την πιθανή έκταση και τις πιθανές προοπτικές της τρομοκρατικής δράσης. Η εισαγόμενη τρομοκρατία μπορεί να επιφέρει αξιόλογα αποτελέσματα. Όμως προφανώς δεν είναι δυνατόν να πάρει αξιόλογες διαστάσεις, τουλάχιστον με την έννοια ότι θα βρει ερείσματα σ’ έναν ευρύτερο κύκλο συμπαθούντων. Απεναντίας, φιλοδοξία κάθε γηγενούς τρομοκρατίας αν και συνήθως απραγματοποίητη, είτε να μετεξελιχθεί σε ανταρτοπόλεμο με απόρθητες βάσεις εξορμήσεως και με πλήθος υποστηρικτών ή συνοδοιπόρων. Όπως βέβαια διδάσκει η ιστορική εμπειρία, η διεξαγωγή ανταρτοπόλεμου συνεπάγεται κατά κανόνα πράξεις τρομοκρατίας, ωστόσο ανάμεσα σε ανταρτοπόλεμο και τρομοκρατία μπορούμε να χαράξουμε μια εννοιολογική διαχωριστική γραμμή λέγοντας ότι ανταρτοπόλεμος είναι μια ένοπλη αμφισβήτηση της κατεστημένης εξουσίας η οποία λόγω της πραγματικής έκτασης και του ορατού ή λανθάνοντος δυναμικού της θέτει απτά ζήτημα αλλαγής του κατόχου της εξουσίας ενώ από την τρομοκρατία, όσο επιδεικτικά κι αν αμφισβητεί αυτή την κατεστημένη εξουσία, λείπει ακριβώς τούτη η διάσταση. Αν θελήσουμε τώρα ν’ αποτιμήσουμε τις δυνατότητες του ανταρτοπολέμου και της τρομοκρατίας στην αρχόμενη φάση της πλανητικής πολιτικής, θα πρέπει μάλλον να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η δεύτερη έχει πολύ περισσότερες από τον πρώτο, και μάλιστα ακριβώς επειδή οι πρακτικοί πολιτικοί της σκοποί είναι αναγκαστικά πολύ πιο περιορισμένοι. Ο λόγος είναι ότι οι ίδιες κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις, οι οποίες δίνουν στην τρομοκρατία τούς στόχους της, αφαιρούν από τον ανταρτοπόλεμο το παραδοσιακό έδαφος της ανάπτυξης του. Η διαφορισμένη και περίπλοκη κοινωνία, της οποίας η λειτουργία, καθώς είπαμε, εξαρτάται από σχετικά λίγα κέντρα -τούς στόχους της τρομοκρατίας στο μέλλον- συγκεντρώνει ταυτόχρονα τους ανθρώπους στις πόλεις, κάνει την ύπαιθρο πληθυσμιακά, οικονομικά και πολιτικά αμελητέα. Καθώς ή διαδικασία αυτή επιτελείται σε παγκόσμιο επίπεδο, ο ανταρτοπόλεμος χάνει το πεδίο της εκδίπλωσης του ακόμα και στην Ασία ή στη Λατινική Αμερική˙ άλλωστε η ήδη αποψιλωμένη ύπαιθρος είναι όσο ποτέ άλλοτε εκτεθειμένη στα όπλα και προσιτή στα μεταφορικά μέσα του τακτικού στρατού. Έτσι, τα μειονεκτήματα των ανταρτικών σωμάτων έναντι του τελευταίου επαυξάνονται, ενώ παράλληλα εκλείπουν όλο και περισσότερο οι ιστορικές προϋποθέσεις που εξέθρεψαν τα ανταρτικά κινήματα, προ παντός ο εθνικοαπελευθερωτικός και αντιαποικιακός αγώνας. Μπορούμε λοιπόν να επαναλάβουμε εμφατικά τη θέση ότι ο ανταρτοπόλεμος σήμερα έχει προοπτικές μόνον εκεί όπου ταυτίζεται μ’  ένα πανεθνικό κίνημα εναντίον μιας ξένης Δύναμης ή όπου δεν συναντά καμμία αντίσταση γιατί το εσωτερικό καθεστώς έχει καταρρεύσει˙ αλλά ποτέ δεν θα επικρατήσει απέναντι σ’ έναν οργανωμένο και αρραγή τακτικό στρατό. Ας σημειώσουμε επιπρόσθετα ότι η παγκόσμια πλέον πληθυσμιακή συγκέντρωση στις πόλεις δημιουργεί εκεί δυνατότητες κινημάτων αιωρούμενων ανάμεσα σε τρομοκρατία και ανταρτοπόλεμο, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά βρίσκουν στήριξη σε ευρύτερες μερίδες του πληθυσμού (π.χ. Αλγερία τόσο στη δεκαετία του 1950 όσο και σήμερα). Ίσως λοιπόν να πέθανε  η αντίληψη του Μάο Τσε Τουνγκ για τον ανταρτοπόλεμο, ενώ ζει ακόμα εκείνη του Λένιν.

Στη μεγάλη ποικιλία των μελλοντικών μορφών του πολέμου θα συμβάλλουν βέβαια σημαντικότατα και συγκρούσεις, στις οποίες δε θα εμπλεκόταν η ηγεμονική πλανητική Δύναμη και οι οποίες θα λάμβαναν χώρα σε διάφορα επίπεδα: μεταξύ μεσαίων ή μειζόνων Δυνάμεων και μεταξύ μειζόνων, μεταξύ μεσαίων ή μειζόνων και μικρών, μεταξύ μικρών και μικρών. Αλλά μια ακριβέστερη προκαταβολική ανάλυση του χαρακτήρα τους είναι δυσχερέστατη, γιατί οι πιθανοί εμπόλεμοι εκπροσωπούν όλες τις δυνατές βαθμίδες της κοινωνικής και στρατιωτικής εξέλιξης, όλο το φάσμα των δυνατών πολιτικών επιδιώξεων και των σημερινών ή αυριανών πλανητικών ή περιφερειακών δυνατοτήτων. Η έκβαση των πολεμικών αυτών συρράξεων θα συναρτάται ασφαλώς με την καθαρά τεχνολογική υπεροχή ή καθυστέρηση της μιας ή της άλλης πλευράς, αλλά όχι μόνον μ’ αυτήν αυτήν. Γιατί η ίδια ποιότητα και ποσότητα του υλικού έχει σε κάθε χώρα διαφορετική άξια, καθοριζόμενη από τον πολιτισμικό παράγοντα υπό την ευρύτερη έννοια και απ’ αυτή τη σκοπιά, λοιπόν, η προτεραιότητα του ανθρώπινου παράγοντα παραμένει ακέραια. Χώρες εξαρτημένες αποκλειστικά ή κυρίως από εισαγωγές προηγμένης οπλικής τεχνολογίας εισάγουν και χειρίζονται με επιτυχία τμήματά της μόνο, όχι όμως και το γενικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο αυτά τα τμήματα φθάνουν στην ύψιστη απόδοσή τους. Αντίστοιχα, οι ένοπλες δυνάμεις τους χωρίζονται σε επίλεκτες μονάδες, εξοικειωμένες με τη σύγχρονη τεχνολογία, και στη μεγάλη μάζα, πού συχνά οφείλει τις καλύτερες ιδιότητές της, τη γενναιότητα και την αυτοθυσία, ακριβώς σε νοοτροπίες παραδοσιακές και συχνά ασυμβίβαστες με τη στενά τεχνική ορθολογικότητα. Τέτοια μίγματα μπορούν να οδηγήσουν σε πολέμους στρατηγικά άμορφους, μακρόσυρτους και σπάταλους, αν επιτρέπεται ή λέξη, σε έμψυχο και άψυχο υλικό (παράδειγμα ο πόλεμος μεταξύ Ιράν και Ιράκ στη δεκαετία του 1980).

Δυστυχώς για τον 21ο αιώνα, υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτό διόλου δεν θα είναι το έσχατο σκαλί, στο οποίο θα ξεπέσει ή τέχνη και η πραγματικότητα τού πολέμου, δεν θα είναι ούτε καν χαοτικές συγκρούσεις, σαν τον συγκαιρινό μας εμφύλιο πόλεμο στο Αφγανιστάν. Γιατί σε όλες αυτές τις μορφές τού πολέμου υπάρχει, έτσι κι αλλιώς, μια κρατική, εθνική ή πάντως πολιτική κατεύθυνση και αρχή, κάτι πού διέπει σκοπούς και χαράζει κάποια, οσοδήποτε χαλαρά, όρια. Όμως ένοπλες συγκρούσεις για σκοπούς επιβίωσης ή διαρπαγής μέσα σε συνθήκες διαδεδομένηw ανομίας δεν θα γνωρίζουν όρια – ούτε ανάμεσα σε πόλεμο και ειρήνη, ούτε ανάμεσα σε πόλεμο και έγκλημα˙ θα διεξάγονται δηλαδή πέραν και ανεξαρτήτως κάθε κρατικής ή πολιτικής αρχής ή νομιμοφροσύνης και θα συνιστούν τρόπον τινά την επέκταση του νεοφιλελεύθερου δόγματος της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στον τομέα των πολεμικών επιχειρήσεων. Όπως γνωρίζουν π.χ. οι κάτοικοι μεγάλων τμημάτων της σημερινής Κολομβίας ή των ρωσικών πόλεων, και αντίθετα απ’ ότι πιστεύουν διάφοροι ειρηνιστές, που όχι τυχαία κατοικούν συνήθως σε εύπορες και σχετικά ασφαλείς συνοικίες, υπάρχει κάτι ακόμα χειρότερο από την κρατική οργάνωση με τον αξιωματικό και τούς στρατιώτες του: υπάρχει ή ανομία, με τον πολέμαρχο και τα παλικάρια του. Σε συνάφεια με την πιθανότατη εξάπλωση των ανομικών φαινομένων σ’ έναν κόσμο χαρακτηριζόμενο από μεγάλες ανισότητες πλούτου, οικολογικές κρίσεις και μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, η τεράστια διάδοση των ελαφρών όπλων (ήτοι όπλων πού μπορούν να τα φέρουν και να τα χρησιμοποιήσουν ένα, το πολύ δύο άτομα) ίσως ν’ αποδειχθεί εξ ίσου σημαντική για το μέλλον όσο και η διάδοση της υψηλής στρατιωτικής τεχνολογίας˙ τριακόσιες εταιρείες σε πενήντα χώρες τα παράγουν σήμερα, και μ’ αυτά μπορούν ταχύτατα να εξοντωθούν άνθρωποι κατά εκατοντάδες χιλιάδες (πρόσφατα στη Ρουάντα). Η «παγκοσμιοποίηση» δεν είναι μονόπλευρη, όπως διατείνονται οι ιδιοτελείς ή οι αφελείς θιασώτες της, δεν θα αφορά δηλαδή μόνον τις χρηματιστηριακές και τις επενδυτικές εργασίες ή τα «ανθρώπινα δικαιώματα», αλλά θα επεκταθεί εξ ίσου και στην ανομία, στο οργανωμένο και στο ανοργάνωτο έγκλημα, στη διεκδίκηση των πάντων εκ μέρους των πάντων, όπου τον αγώνα των κρατών, των εθνών θα τον διαδεχθεί, τουλάχιστον εν μέρει, ο αγώνας ανθρώπου προς άνθρωπο. Τότε ή έννοια τού «ολοκληρωτικού πολέμου» θ’ αλλάξει κι αυτή. Δεν θα σημαίνει, όπως στον Πρώτο και στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, την άμεση ή έμμεση επιστράτευση όλου τού ικανού πληθυσμού είτε στο μέτωπο είτε στα μετόπισθεν, για την παραγωγή όπλων και πολεμοφοδίων, χωρίς όμως να καταργείται οπωσδήποτε η εντελώς ή διάκριση μεταξύ μαχίμων και αμάχων. Θα σημαίνει ακριβώς το αντίστροφο: ότι τα όπλα παράγονται σχετικά φτηνά και γρήγορα, και καθώς η δύναμη πυρός αυξάνει συνεχώς σ’ όλα τα οπλικά επίπεδα, δεν χρειάζεται πια να επιστρατευθούν μάζες για την παραγωγή και τη διάδοσή τους όμως συνάμα χάνεται το νόμιμο μονοπώλιο της ένοπλης βίας, σβήνουν τα όρια ανάμεσα σε μαχίμους και αμάχους, ανάμεσα σε πολεμική και εγκληματική πράξη, ανάμεσα σε πόλεμο και ειρήνη. Και όταν χάνονται τα όρια ανάμεσα σε πόλεμο και ειρήνη, δεν απορροφά η ειρήνη τον πόλεμο: ο πόλεμος καταπίνει την ειρήνη και γίνεται «ολοκληρωτικός» με την εφιαλτικότερη έννοια τού όρου.

Tagged:

§ 5 Responses to (εισαγόμενη) τρομοκρατία

  • Ο/Η ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΚΑΡΑΣ λέει:

    Τον όρο τρομοκρατία δεν θα τον χρησιμοποιούσα για να αναφερθώ σε σύγκρουση διαφορετικών εθνικών ομάδων ήτοι λαών με διαφορετικά εθνοτικά ή πολιτισμικά χαρακτηριστικά αλλά για να αναφερθώ σε καμουφλαρισμένες δράσεις των «ανεπτυγμένων» χωρών οι οποίες οργανώνουν στηρίζουν και πριμοδοτούν την τρομοκρατία για να κρύψουν τον απόηχο και το κόστος των δικών τους γνήσια πατριωτικών – ανθρωπιστικών πολεμικών επιχειρήσεων. Μερικοί λόγοι, όχι όλοι βέβαια, είναι οι εξής :
    – Η διάκριση μεταξύ τακτικών και άτακτων – τρομοκρατικών ένοπλων δυνάμεων είναι σήμερα το ίδιο με τη διάκριση μεταξύ γνήσιου λακοστ και μαϊμού, γιατί τόσο ο πολεμικός εξοπλισμός των τακτικών τρομοκρατικών αποικιακών δυνάμεων και των «γνήσιων» τρομοκρατικών δυνάμεων καθώς και οι ευαγείς τρομοκρατικές δραστηριότητες τους (βομβαρδισμοί, κλπ.) εκπορεύονται από τις κυβερνήσεις – κέντρα εξουσίας των «ανεπτυγμένων» κρατών.
    – Ο τρόπος που καλύπτεται και αναπτύσσεται η τρομοκρατική δράση απαιτεί συντονισμό, εύρος και οργάνωση που μόνο ένα ανεπτυγμένο από κάθε άποψη (στρατιωτική, τεχνολογική, πολιτική) κράτος ή συνασπισμός κρατών μπορεί να προσφέρει.
    – Τρομοκρατία δεν ασκεί μόνο η πλευρά που «χάνει» στα παιδία των «έντιμων» μαχών, δεν είναι δηλαδή το τελευταίο αποκούμπι του αδυνάτου αλλά ένα αναγνωρισμένο, ευρέως δοκιμασμένο μέσο άσκησης του πολέμου όπως τον έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα εδώ και χιλιάδες χρόνια. Μπορεί δε να ασκείται τόσο στις εμπόλεμες ζώνες όσο και στις φαινομενικά ανυποψίαστες μητροπόλεις του συστήματος που τελικά την εκτρέφει, είναι ένα παράγωγο του πολέμου το οποίο μπορεί να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε στάδιο εξέλιξης των πολεμικών επιχειρήσεων.
    – Η τρομοκρατία είναι ένα αγαθό που πωλείται από τα ανεπτυγμένα κράτη στους τόσο στους επαΐοντες που θα την ασκήσουν όσο και στους ανυποψίαστους πολίτες τους, για να δικαιολογηθεί η απολυταρχική διακυβέρνηση τους στο εσωτερικό και οι αποικιακές περιπέτειες τους στο εξωτερικό.
    – Η τρομοκρατία είναι τελικά και ένα μέσο δικαιολόγησης της αναγκαιότητας του πολέμου και άρα όταν πετυχαίνει αποτελεί τον ουσιαστικό προπομπό του.
    – Άρα τον όρο «τρομοκρατία» θα τον χρησιμοποιούσα για να αναφερθώ σε ένα από τα ποιο εξελιγμένα αγαθά ενός παγκόσμιου συστήματος, το οποίο για δικούς του οικονομικούς και πολιτικούς λόγους επιδιώκει με την χρήση της να επιλύσει δικά του πολιτικά και οικονομικά προβλήματα και να δικαιολογήσει την ολοένα και ποιο ολοκληρωτική παρουσία του.

  • Ο/Η σ.μ. λέει:

    Ασφαλώς υπάρχουν «καμουφλαρισμένες δράσεις των «ανεπτυγμένων» χωρών οι οποίες οργανώνουν στηρίζουν και πριμοδοτούν την τρομοκρατία», ασφαλώς «τρομοκρατία δεν ασκεί μόνο η πλευρά που χάνει» και ασφαλώς η τρομοκρατία χρησιμοποιείται «για να δικαιολογηθεί η απολυταρχική διακυβέρνηση».

    Όμως εδώ ο συγγραφέας είναι εξαρχής σαφής: «δεν εξετάζουμε την τρομοκρατία γενικά αλλά μονάχα ως υποκατάστατο ή ως συνέχιση ενός πολέμου μεταξύ κρατών».

    Εξάλλου, όπως έχει φανεί και κατά το πρόσφατο παρελθόν, ο πριμοδοτούμενος και εξοπλισμένος από τις δυτικές κυβερνήσεις μαχητής της Εγγύς Ανατολής μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε τρομοκράτη-αντίπαλό τους.

  • Ο/Η Ανώνυμος λέει:

    https://www.facebook.com/events/1144857565603979/

    Η χτεσινή συνάντηση του Εργοταξίου Ιδεών στο κατάμεστο Βιβλιοκαφέ Έναστρον αποτέλεσε ένα στοίχημα: Τέσσερις ειδικοί σε διαφορετικά θέματα ανέλαβαν το ρίσκο να τοποθετήσουν τη σύνθετη σκέψη του Παναγιώτη Κονδύλη, του «θεωρού των ναυαγίων», όπως το έθεσε ο Γιώργος Ξηροπαϊδης, μέσα σε εξίσου σύνθετες σύγχρονες θεωρητικές συζητήσεις. Η δυσκολία ορατή εξαρχής, αλλά το ίδιο και η τόλμη των ομιλητών να αναμετρηθούν με την πρόκληση που τους θέσαμε.
    Ο ιστορικός Βασίλης Μπογιατζής ανέλυσε κριτικά την αντίληψη του Κονδύλη για τη νεωτερικότητα, με σημείο αναφοράς την τελευταία λέξη της έρευνας στις Θεωρίες Νεωτερικότητας. Ο μεταφραστής Χρήστος Μαρσέλλος εξειδίκευσε την ανάλυση εξετάζοντας το μεταφυσικό υπόβαθρο του βιβλίου του Κονδύλη για την Παρακμή του Αστικού Πολιτισμού. Ο Γιώργος Ξηροπαϊδης ανταποκρίθηκε στην πρόκληση με μια εξαιρετικά πρωτότυπη και τολμηρή ανάγνωση του Κονδύλη ως ενός αντεστραμμένου Λεβινάς. Ο Γιώργος Ευαγγελόπουλος, τέλος, εντόπισε τις επιβεβαιωμένες, πλέον, διεθνολογικές προβλέψεις του Κονδύλη στο πλαίσιο του Ρεαλισμού στη θεωρία των Διεθνών Σχέσεων.
    Ευχαριστούμε και τους τέσσερις ομιλητές για μια φιλοσοφικά απαιτητική βραδιά, αλλά και το κοινό για την στήριξή του στη δύσκολη προσπάθεια αποκρυπτογράφησης της αινιγματικής σκέψης του Κονδύλη!

Σχολιάστε

What’s this?

You are currently reading (εισαγόμενη) τρομοκρατία at Π.Κονδυλης (Kondylis).

meta